Χιλιάδες γυναίκες από τη Λατινική Αμερική και την Κίνα πέφτουν κάθε χρόνο θύματα trafficking και φτάνουν στις ΗΠΑ, όπου αναγκάζονται να προσφέρουν τις ερωτικές τους υπηρεσίες σε οίκους ανοχής και «ινστιτούτα μασάζ».
Ένα από αυτά τα θύματα είναι η 30χρονη Σάντρα, η οποία βρήκε τελικά καταφύγιο στον μη κερδοσκοπικό οργανισμό για τα θύματα βίας, «Sanctuary for Families», στη Νέα Υόρκη. Απήχθη όταν ήταν 19 ετών από τη γενέτειρά της στο κεντρικό Μεξικό και αναγκάστηκε να εργάζεται ως ιερόδουλη.
Η Σάντρα κατάφερε το 2011 να δραπετεύσει και λαμβάνει πλέον την απαραίτητη φροντίδα στη στέγη του οργανισμού, σύμφωνα με τη New York Post. Η ίδια διηγείται την ιστορία της:
«Σε μια καλή ημέρα, έπρεπε να πάω με 30 άντρες. Πάντα φορούσα μια εφαρμοστή, κοντή φούστα και γόβες στιλέτο. Ο Αλφρέντο ήταν ο «padrote» (ο μαστροπός) που κανόνισε και με πήγαινε σε διάφορα ραντεβού. Κοιμόμουν στο αυτοκίνητο και είχα διαφορετικό οδηγό κάθε φορά που με μετέφεραν στα ραντεβού. Μια μέρα, κατά τη διάρκεια 16 συνεχόμενων ωρών στη Βοστόνη, υπήρξαν 80 άνδρες.
Ο Αλφρέντο με χτυπούσε, δε μου έδινε τροφή ούτε καν νερό. Οι οδηγοί με τους οποίους συνεργαζόταν, διαφήμιζαν τις γυναίκες που είχε υπό την προστασία του δίνοντας χέρι χέρι κάρτες στους δυνητικούς πελάτες σε φτηνά κλαμπ στο Κουίνς και στο Μπρούκλιν. Οι κάρτες είχαν τις φωτογραφίες γυμνών γυναικών και μερικές φορές δήθεν διαφήμιζαν υπηρεσίες για παιδικά πάρτι. Όλοι ήξεραν τι πραγματικά σήμαιναν οι κάρτες. στο τηλέφωνο που είχε πάνω, μπορούσαν να παραγγείλουν γυναίκες. Μας παράγγελναν όπως παραγγέλνει κανείς πίτσα.
Οι περισσότεροι από τους άντρες ήταν εργάτες, και ορισμένοι φορούσαν κοστούμια. Αν μιλούσαν ισπανικά, πλήρωναν 35 δολάρια για 15 λεπτά, αλλά αν μιλούσαν αγγλικά η τιμή ανέβαινε στα 45 δολάρια. Με αυτή την τιμή, οι άντρες μπορούσαν να κάνουν ότι ήθελαν σε μένα. Ο κόσμος πιστεύει ότι μια πόρνη απολαμβάνει αυτό που κάνει, αλλά μπορώ να σας πω πως κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Ποτέ δεν ήμουν ιερόδουλη, δεν έκανα κάτι κακό αλλά με βίαζαν κάθε μέρα για τέσσερα χρόνια όσα υπήρξα φυλακισμένη.
Ο Αλφρέντο με χτυπούσε και απειλούσε ότι θα σκότωνε εμένα και την οικογένειά μου αν δεν έκανα ότι μου έλεγε. Γεννήθηκα σε μια φάρμα στα περίχωρα μιας μικρής πόλης, με τουλάχιστον 3000 κατοίκους. Υπάρχει μεγάλη πείνα και φτώχεια εκεί. Έχω 16 αδέλφια… αρκετές φορές επιστρέφαμε από το σχολείο και δεν είχαμε τίποτα να φάμε. Σταμάτησα το σχολείο και στα 16 δούλευα 16 ώρες την ημέρα, έξι ημέρες η βδομάδα σε ένα εργοστάσιο υποδημάτων.
Γνώρισα τον Αλφρέντο τυχαία όταν ήμουν 19. Είχα κατέβει για δουλειές στην πόλη όταν με πλησίασε. Ήταν επίσης 19 ετών και μου είπε ότι ο αδελφός του έψαχνε για εργαζόμενους στο κατάστημά του. Του έδωσα το τηλέφωνό μου και έπειτα από μερικές ημέρες, με κάλεσε και μου πρόσφερε δουλειά.
Έπειτα από μερικές εβδομάδες στο μαγαζί, μου είπε ότι του άρεσα πολύ και πως ήθελε να γνωρίσει τους γονείς μου και να τους ρωτήσει αν θα μπορούσαμε να ζούσαμε σε μια άλλη πόλη. Δώσαμε ραντεβού στο σταθμό λεωφορείων και έπειτα από μια ώρα ταξίδι, άρχισε να δείχνει νευρικός. Πέρασε άλλη μια ώρα, σκοτείνιασε… πανικοβλήθηκα. Είχε πει πως η πόλη θα ήταν κοντά, μόλις μισή ώρα. Δεν είχα ταξιδέψει ποτέ σε άλλη πόλη. Άρχισα να τον ρωτάω τι συνέβαινε και επέμενε ότι πηγαίναμε να γνωρίσω τους γονείς του.
Δεν είχα πει στη μητέρα μου για τον Αλφρέντο και εκείνος με ανάγκασε να την πάρω στο κινητό της και να της πω να μην ανησυχεί για μένα… Ήξερα ακριβώς τι θα μου έλεγε. Της είπα ότι ήμουν με έναν άντρα και εκείνη με αποκάλεσε «pendeja» (ηλίθια) και μου το έκλεισε. Φτάσαμε στην πόλη του Μεξικό και από εκεί στην Tenancingo, την παγκόσμια πρωτεύουσα του sex trafficking. Φτάσαμε τα μεσάνυχτα και θυμάμαι τον Αλφρέντο να τηλεφωνεί σε κάποιον και να λέει ότι έχει μαζί του το κορίτσι.
Φτάσαμε έξω από ένα μεγάλο σπίτι, η αδελφή του Αλφρέντο μας άνοιξε την πόρτα και μου έδειξε ένα μικρό δωμάτιο στον επάνω όροφο. Μου έδωσε μερικές φούστες και χάπια- μου είπε ότι ήταν αντισυλληπτικά. Δε κατάλαβα γιατί μου τα είχε δώσει όλα αυτά. Αργότερα, ήρθε ο Αλφρέντο στο δωμάτιό μου… μου έσκισε το τζιν και με βίασε. Ήταν η πρώτη μου φορά και ξέσπασα σε λυγμούς. Με είχαν κλειδωμένη στο δωμάτιο για μέρες, χωρίς τροφή και νερό. Όταν ήρθε ξανά ο Αλφρέντο, μου είπε ότι θα πηγαίναμε στην Πόλη του Μεξικό για να επισκεφτούμε μια άλλη αδελφή του. Στο διαμέρισμα, η αδελφή του μου έδωσε καθαρά ρούχα, κοντές φούστες και ψηλά τακούνια. Δεν ήξερα τι ήταν πόρνη. Μου είπαν ότι έπρεπε να πληρώνω για το νοίκι και τα έξοδά μου και πως έπρεπε να εργάζομαι ως «puta» (ιερόδουλη). Τους είπα ότι δεν υπάρχει περίπτωση να κάνω κάτι τέτοιο και με απείλησαν πως αν δεν υπέκυπτα, ο Αλφρέντο θα με ξυλοφόρτωνε.
Μια μέρα, με πήγαν στη La Merced, μια κακόφημη γειτονιά με «κόκκινα φανάρια»… με έβαλαν να σταθώ σε μια γωνιά μαζί με άλλες κοπέλες και μου ζήτησαν να χρεώνω 150 πέσος για 15 λεπτά. Έπρεπε να βγάζω 1.500 πέσος την ημέρα. Κατέληξα να πηγαίνω με 30 άντρες τη μέρα… Ο Αλφρέντο δεν ήθελε να χάνει λεφτά όταν είχα εμμηνόρροια, οπότε μου έδωσε ένα σφουγγαράκι ποτισμένο με αλκοόλ και μου είπε να το βάλω μέσα μου… Πονούσα φρικτά.
Έπειτα από τρία χρόνια στην Πόλη του Μεξικό, πήγαμε στη Νέα Υόρκη. Υποσχέθηκε να μη με ξαναβγάλει στο δρόμο και πως θα μου έβρισκε μια δουλειά ως καθαρίστρια. Δεν τον πίστεψα, αλλά πήγα με τα νερά του γιατί είχα ακούσει ότι στις ΗΠΑ μπορούσα να ζητήσω βοήθεια. Είχα μια αδελφή που ζούσε κοντά στην Ουάσινγκτον. […]
Στη Νέα Υόρκη, ο Αλφρέντο άρχισε να με εμπιστεύεται και μου έδωσε να έχω το δικό μου κινητό τηλέφωνο – κυρίως για να κανονίζω τα ραντεβού. Κάποτε, όταν πήρα τηλέφωνο τη μητέρα μου και προσπάθησα να της πω την αλήθεια, μου το άρπαξε και με χτύπησε δυνατά στο στομάχι. Ένα χρόνο αργότερα, κατάφερα και τηλεφώνησα στην αδελφή μου και της τα είπα όλα και εκείνη μου υποσχέθηκε ότι θα με βοηθούσε. Στη Βοστόνη με τους 80 άντρες, αποφάσισα να το σκάσω. Ένας πελάτης προσπάθησε να ληστέψει τον οίκο ανοχής, και έβγαλε όπλο. Με άφησε να φύγω όταν του είπα ότι είχα ήδη καλέσει την αστυνομία. Αποφάσισα πως είχε φτάσει ο καιρός να αλλάξω τη ζωή μου. Όταν επιστρέψαμε στη Νέα Υόρκη, άρχισα να μαζεύω τα πράγματά μου. Ο Αλφρέντο δε με άφηνε.
Έπειτα από έναν ακόμα καβγά, σηκώθηκα και έφυγα χωρίς να πάρω τα ρούχα μου. Τηλεφώνησα στην αδελφή μου και πήγαμε στο Μεξικανικό προξενείο. Με έστειλαν στη «Sanctuary for Families» όπου με βοήθησαν να βγάλω βίζα και να μείνω στις ΗΠΑ. Στη χώρα ήρθε και η μητέρα μου και ζούμε μαζί- παρά τα όσα περάσαμε, η σχέση μας είναι καλή. Δε γνωρίζω τι συνέβη στον Αλφρέντο, μάλλον γύρισε πίσω στο Μεξικό. Βοηθάω τις αρχές να τον εντοπίσουν… ελπίζω να συλληφθεί. Θέλω να αποδοθεί δικαιοσύνη για όσα μου έκανε και ότι κάνουν άλλοι σε φτωχά κορίτσια από το Μεξικό. Δε φοβάμαι κανέναν πια…
Προσπαθώ να ξαναφτιάξω τη ζωή μου, έχω ένα 5χρονο γιο- δεν είναι από το παρελθόν. Εργάζομαι σε ένα εστιατόριο και μαθαίνω αγγλικά. Θέλω να γίνω σεφ και ελπίζω κάποτε να καταφέρω να πάω σε κάποια σχολή. Αυτό είναι το όνειρό μου. Όταν είμαι σπίτι, φτιάχνω μαζί με τον γιο μου κουλουράκια που τα πουλάω για έξτρα χρήματα. Σε ορισμένα από αυτά, γράφω τη λέξη «ελευθερία»… Μετά από όλα, έχω ακόμη ελπίδα».
Σήμερα η Σάντρα πουλάει τα μπισκότα της online…
newsbeast