Τον τελευταίο καιρό, το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού φαίνεται να απασχολεί ολοένα και περισσότερο τόσο στο επίπεδο της επιστημονικής κοινότητας όσο και σε επίπεδο καθημερινών συζητήσεων. Με στόχο να καταδειχθούν σημαντικές πλευρές του φαινομένου, ακολουθούν κάποιες σκέψεις γι αυτό που πηγάζουν μέσα από την εργασιακή εμπειρία αλλά και τη βιβλιογραφία.
Κατ αρχάς, ας ξεκινήσουμε με ένα πλαίσιο ορισμού. Το bullying, εις το ελληνικότερον, Σχολική Βία και Εκφοβισμός, προέρχεται από το bully που στα ελληνικά μπορεί να αποδοθεί ως «νταής» οπότε bullying είναι το «νταηλίκι».
Ας κάνουμε όλοι εδώ μια μικρή παύση κι ας αναλογιστούμε τι κουβαλούν αυτές οι δυο λέξεις… είναι φορτισμένες με δύσκολα, βίαια και υποτιμητικά στοιχεία.
Οπότε λοιπόν ορίζοντας το φαινόμενο αναφερόμαστε σε βία, λεκτική, σωματική, ψυχολογική η οποία προέρχεται / προκαλείται από παιδιά σε παιδιά, επαναλαμβανόμενα, συστηματικά και κλιμακούμενα σε ένταση με σκοπό να βλάψει, πονέσει, αναστατώσει το παιδί-θύμα που μοιάζει να ‘ ναι ανυπεράσπιστο. Εμπεριέχει δηλαδή την ταπείνωση αυτού που στοχοποιείται.
Οι αιτίες και οι επιπτώσεις του φαινομένου σε ψυχοσυναισθηματικό και ψυχοκοινωνικό πλαίσιο είναι πολλές και κάποιες φορές ιδιαιτέρως σοβαρές. Πέραν του παιδιού – θύματος που σαφώς χρήζει φροντίδας και προσοχής, φροντίδας και προσοχής χρήζει και το παιδί – θύτης.
Συνήθως όταν μιλούμε ή διαπιστώνουμε bullying εστιάζουμε αποκλειστικά στην πλευρά του θύματος μιας και φαίνεται ως η πιο αδύναμη και εύθραυστη. Όμως και το παιδί – θύτης «φωνάζει» για κάτι δύσκολο που ζει και το εκφράζει με αυτόν τον τρόπο. Οπότε χρειάζεται να αφουγκραστούμε και αυτό το παιδί…
Όπως και τους λεγόμενους «παρατηρητές» να τους ενισχύσουμε να μιλάνε για όσα συμβαίνουν προσφέροντας τους ασφάλεια και στήριξη να το κάνουν. Τα επιδημιολογικά στοιχεία αναφέρουν πως το φαινόμενο απαντάται συχνότερα από / προς αγόρια σε σχέση με τα κορίτσια σε αναλογία 1/3.
Οφείλουμε όλοι καθείς από την πλευρά του και το ρόλο του είτε είναι γονιός είτε είναι εκπαιδευτικός να αφουγκραστεί το παιδί, να σκύψει πάνω από τις ανάγκες του και όλοι σε συνεργασία να αντιμετωπίσουμε τη βία. Αν στη βία απαντάμε με βία ενισχύουμε το φαινόμενο και δημιουργούμε ένα φαύλο κύκλο.
Και χρειάζεται επίσης να είμαστε ιδιαιτέρως προσεκτικοί στο τι χαρακτηρίζουμε ως bullying. Ο όρος ακούγεται πολύ και πέραν της ουσίας του κάποιες φορές, εμπεριέχει και μια υπερβολή ακόμα και μια «ευκολία» στο να δώσουμε την «ταμπέλα» σε κάτι που μας ενοχλεί, ωστόσο όμως δεν είναι πάντα bullying.
Ας είμαστε κοντά στα παιδιά μας, κοντά στους δασκάλους τους. Πρωτίστως όμως ας κοιτάξουμε βαθιά μέσα μας όλοι οι ενήλικες κι ας αναλογιστούμε πόσο ανοιχτοί είμαστε σε ό,τι είναι διαφορετικό. Ανοιχτοί όμως ισότιμα και ισάξια και όχι με ματιά οίκτου ή ελέους σε ό,τι είναι διαφορετικό από το δικό μας χρώμα, ύψος, σωματότυπο αλλά και από τις δικές μας πεποιθήσεις για τη ζωή, την καταγωγή, τη θρησκεία, τη σεξουαλικότητα και ό,τι μας φαντάζει «σωστό- λάθος».
Κάπου εκεί μπορεί να βρίσκεται η βάση αυτού που ονομάζουμε bullying και με αυτή τη δουλειά και στάση ζωής να συμβάλλουμε στην αντιμετώπιση του.
Το άρθρο υπογράφει ο Κομνηνόγλου Ιωάννης – Ψυχολόγος & Συνεργάτης του Ψυχοθεραπευτικού Κέντρου – Πολυχώρου Animus Corpus
(*Περισσότερες πληροφορίες για τις παροχές υπηρεσιών του Animus Corpus, καθώς και για το βιογραφικό της Ψυχολόγου, στην ιστοσελίδα www.animuscorpus.gr)